Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα εκατέρωθεν χτυπήματα του Ισραήλ με το Ιράν έφεραν την πτώση του Άσαντ
Η εντυπωσιακή επέλαση της συριακής αντιπολίτευσης μέσα σε μία εβδομάδα είναι η ακούσια συνέπεια δύο άλλων συγκρούσεων, μία κοντινής και μία απομακρυσμένης, αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN για τις ραγδαίες εξελίξεις στη Συρία. Αφήνει αρκετούς βασικούς συμμάχους των ΗΠΑ με μια νέα και κυρίως άγνωστη ισλαμιστική δύναμη να ηγείται και να κυβερνά μεγάλες περιοχές του στρατηγικού τους γείτονα, αν όχι το μεγαλύτερο μέρος του.
Η Συρία έχει
απορροφήσει τόσο διπλωματικό «οξυγόνο» τα τελευταία 20 χρόνια, που είναι φυσικό
αυτή η εβδομάδα των ριζικών αλλαγών να φαίνεται σαν να προέκυψε από το τίποτα.
Από την εισβολή στο Ιράκ, οι ΗΠΑ πάλευαν να βρουν μια πολιτική για τη
Συρία που να μπορούσε να καλύψει τις εντελώς διαφορετικές ανάγκες των
συμμάχων τους Ισραήλ, Ιορδανίας, Τουρκίας και των
περιστασιακών συνεργατών τους Ιράκ και Λιβάνου.
Ο αναρχικός της περιοχής
Η Συρία
υπήρξε πάντα ο «αναρχικός» της περιοχής: συνδέοντας το
πετρέλαιο του Ιράκ με τη Μεσόγειο, τους Σιίτες του Ιράκ και του Ιράν με το
Λίβανο, και το τουρκικό νότιο τμήμα του ΝΑΤΟ με τις ερήμους της Ιορδανίας.
Ο Τζορτζ Μπους την έβαλε στον Άξονα του Κακού, ο Ομπάμα δεν
ήθελε να την αγγίξει πολύ, για να μην τη διασπάσει περισσότερο και ο Ντόναλντ
Τραμπ τη βομβάρδισε μία φορά.
Βρίσκεται
υπό την κυριαρχία μιας φρικτής δικτατορίας εδώ και δεκαετίες. Χάμα, Χομς,
Δαμασκός βρίσκονται και πάλι στην επικαιρότητα μέσα σε μία νύχτα λόγω της
γρήγορης πτώσης του καθεστώτος, ωστόσο είναι πόλεις που θυμίζουν κάποιες από
τις πιο φριχτές πτυχές της ιστορίας. Πιο συγκεκριμένα η σφαγή 20.000
ανθρώπων στη Χάμα το 1982, ή η πολιορκία και η πείνα της Χομς το
2012, ή το αέριο με σαρίν στην Γκούτα, κοντά στη Δαμασκό, σε παιδιά
που κρύβονταν σε υπόγεια το 2013. Υπήρξε και ο ΙSIS από το 2014 έως
το 2017. Φαινόταν πως δεν υπήρχε κάτι άλλο που μπορούσε να υποστεί η Συρία,
μέχρι αυτή την εβδομάδα που έφερε την «απελευθέρωσή» της, με αβέβαιες
συνέπειες και με τεράστιους όρους.
Οι δυο
συγκρούσεις που άλλαξαν τα δεδομένα
Η ταχέως
μεταβαλλόμενη τύχη του Μπασάρ αλ-Άσαντ δεν κρίθηκε πραγματικά
στη Συρία, αλλά στη νότιο Βηρυττό και το Ντόνετσκ.
Χωρίς τις φυσικές στηρίξεις της ρωσικής αεροπορίας και της σιίτικης
παραστρατιωτικής δύναμης Χεζμπολάχ του Ιράν, έπεσε όταν τελικά πιέστηκε.
Ο άγριος,
αλλά αποτελεσματικός, δίμηνος πόλεμος του Ισραήλ κατά της Χεζμπολάχ πιθανότατα
δεν επηρέαζε την τύχη του Άσαντ. Αλλά ίσως τελικά την αποφάσισε. Αντίστοιχα, η
ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, πριν από 34 μήνες, κατέστησε άγνωστο πόσα
αεροπλάνα ή στρατεύματα θα άφηνε η Μόσχα για να υποστηρίξει τους συμμάχους της
στη Μέση Ανατολή. Αλλά, ο πόλεμος φθοράς άφησε τη Ρωσία «ανίκανη»
να βοηθήσει τον Άσαντ, σημείωσε ακόμη και ο εκλεγμένος Πρόεδρος, Ντόναλντ
Τραμπ, το Σάββατο. Και πράγματι, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι
Λαβρόφ, φάνηκε ως μια αδύναμη φιγούρα αυτό το Σαββατοκύριακο,
λέγοντας: «Ποια είναι η πρόβλεψη; Δεν μπορώ να μαντέψω. Δεν είμαστε στην
επιχείρηση της μαντείας» Αυτά δεν είναι λόγια ενός στέρεου και ικανού
εγγυητή, αλλά λόγια μιας περιφερειακής δύναμης που παρατηρεί τα γεγονότα.
Το Ιράν έχει
δεχθεί ισχυρούς περιορισμούς τους τελευταίους έξι μήνες, καθώς ο πόλεμος του με
το Ισραήλ, που συνήθως γινόταν στη σκιά, εξελίχθηκε σε
μακροπρόθεσμες και κατά βάση αναποτελεσματικές επιθέσεις με πυραύλους μεγάλου
βεληνεκούς. Η κύρια παραστρατιωτική του δύναμη, η Χεζμπολάχ,
αποδυναμώθηκε από μια επίθεση στο προσωπικό της, και στη συνέχεια από εβδομάδες
σφοδρών αεροπορικών επιθέσεων. Οι υποσχέσεις της Τεχεράνης για υποστήριξη δεν
έχουν φέρει μέχρι τώρα τίποτα άλλο, πέρα από μια κοινή δήλωση με τη Συρία και
το Ιράκ για «την ανάγκη συλλογικής δράσης κατά των ανταρτών».
Η Μέση
Ανατολή είναι αναστατωμένη γιατί οι ιδέες που θεωρούνταν δεδομένες, όπως η
πανταχού παρούσα ιρανική δύναμη και η ρωσική σταθερότητα ως σύμμαχος,
καταρρέουν, καθώς συναντούν τις νέες πραγματικότητες. Ο Άσαντ επικράτησε ως
ηγέτης μιας βαμμένης με αίμα μειονότητας, όχι λόγω ευφυίας ή επιμονής,
αλλά επειδή το Ιράν σκότωσε για λογαριασμό του και η Μόσχα βομβάρδισε
γι’ αυτόν. Τώρα αυτές οι δύο δυνάμεις είναι υπερφορτωμένες σε άλλα σημεία,
ενώ το πλεονέκτημα που διατηρούσε τον Άσαντ και την αλαουίτικη μειονότητά του
στην εξουσία έχει επίσης χαθεί.
Ο ρόλος
της Τουρκίας
Όταν οι
καθιερωμένες περιφερειακές δυνάμεις φαίνονται ξαφνικά αδύναμες να ενεργήσουν,
συνήθως υπάρχει μια στιγμή σημαντικού κινδύνου. Αλλά αυτή τη στιγμή την
εκμεταλλεύτηκε η Τουρκία, ένα κράτος μέλος του ΝΑΤΟ που έχει αντιμετωπίσει
τις μεγαλύτερες συνέπειες από την αναταραχή στη Συρία.
Η Άγκυρα
αναγκάστηκε να παίξει το παιχνίδι του χρόνου σχετικά με τη Συρία, φιλοξενώντας
περισσότερους από τρία εκατομμύρια πρόσφυγες από το 2012. Έχει δει τους
Κούρδους αντάρτες, τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) που οι ΗΠΑ
εκπαιδεύτηκαν, εξόπλισαν και βοήθησαν να πολεμήσουν το ΙSIS, να αναπτύσσουν μια
ισχυρή βάση κατά μήκος των συνόρων της. Από την άποψη της Άγκυρας, το πρόβλημα
της Συρίας δεν εξαφανίστηκε ποτέ, παρόλο που η προσοχή της σε αυτό είχε
εξασθενήσει. Μια μέρα θα χρειαζόταν να αλλάξει το διαρκές χάος υπέρ της.
Η ευρείας
κλίμακας επίθεση της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), με την ώθηση, τον εξοπλισμό
και τη στρατηγική επικοινωνίας της, λέγοντας στις διάφορες και πανικόβλητες
εθνοτικές ομάδες της Συρίας ότι η νέα τους κοινωνία θα τους θεωρούσε
όλους ως έναν, αποδείχτηκε μια εξελιγμένη στρατηγική. Ο πρόεδρος της
Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, άφησε τον ισχυρότερο υπαινιγμό μέχρι στιγμής
για το ποια ήταν αυτή ηστρατηγική, όταν είπε την Παρασκευή ότι προσπάθησε να
διαπραγματευτεί το μέλλον της Συρίας με τον Άσαντ, απέτυχε και ευχήθηκε καλή
τύχη στην επίθεση, μέχρι την πρωτεύουσα της Συρίας.
Ποιοι
είναι ακριβώς αυτοί που ενδυναμώθηκαν από την στάση της Τουρκία παραμένει
ασαφές. Οι ανώτατοι
αξιωματούχοι της HTS, εν συντομία, ξεκίνησαν ως αλ-Κάιντα, βρήκαν το ΙSIS
υπερβολικά ακραίο και προσπαθούν τώρα να υποδείξουν ότι έχουν ωριμάσει. Από την
Ιρλανδία μέχρι το Αφγανιστάν, η ιστορία αυτού του είδους της εξέλιξης είναι
ταραχώδης. Δεν είναι πάντα εύκολο για τους ακραίους να μεταμορφωθούν, αλλά
μερικές φορές είναι δυνατόν να αλλάξουν αρκετά. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ η
Τουρκία μπορεί να άναψε το φυτίλι των επιθέσεων της HTS, η ταχύτητα κατάρρευσης
του Άσαντ μπορεί να μην είχε προβλεφθεί.
Η
πολιτική του Ομπάμα
Η αβέβαιη
επίδραση της μεγάλης και γρήγορης αλλαγής άφησε τη Συρία παγιδευμένη σε
ημιτελή πολιτικές και την αδράνεια των ΗΠΑ προηγουμένως. Το 2013, ο τότε
Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, δήλωσε ότι θα αντεπιτεθεί στρατιωτικά
αν ο Άσαντ χρησιμοποίησε χημικά όπλα, αλλά δεν εφάρμοσε αυτή τη
«κόκκινη γραμμή» όταν ο Άσαντ χρησιμοποίησε σαρίν στη Γκούτα το 2013. Οι
αξιωματούχοι του δικαιολόγησαν εν μέρει την υποχώρηση του, λέγοντας ότι υπήρχε
κίνδυνος να προκαλέσουν τόσο μεγάλη ζημιά στο ήδη εύθραυστο καθεστώς του Άσαντ
που οι επαναστάτες, οι οποίοι ήδη ενσωμάτωναν όλο και περισσότερο τζιχαντιστές,
θα μπορούσαν να καταλάβουν τη Δαμασκό μέσα σε μήνες. Είναι πιθανό ότι είχαν
δίκιο τότε. Είναι όμως πιο πιθανό η αποτυχία του Ομπάμα να δράσει να ενίσχυσε
τη Ρωσία και το Ιράν για χρόνια.
Δεν ξέρουμε
πολλά για το τι συμβαίνει τώρα στη Συρία ή τι σημαίνουν οι εξελίξεις. Η HTS
μπορεί να αποδειχθεί καλύτερη κυβερνήτης του εθνοτικού μείγματος της Συρίας από
ό,τι ήταν ο Άσαντ, κάτι που δεν θα είναι δύσκολο. Ο Άσαντ μπορεί να εξαφανιστεί
σε εξορία στη Μόσχα, και η κούφια του αυτοκρατορία μπορεί να καταρρεύσει
γρήγορα. Η Ρωσία μπορεί να λείψει γεωπολιτικά και να επικεντρωθεί στη
καταστροφική αιμορραγία από την εισβολή της στην Ουκρανία. Το Ιράν μπορεί να
δώσει έμφαση και να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο τσουνάμι επιθέσεων που
μπορεί να έρθει από τον Λευκό Οίκο του Τραμπ.
Το
επιχείρημα του Ομπάμα έγινε προς ένα Δυτικό κοινό που είχε εξαντληθεί από το
Ιράκ και το Αφγανιστάν και είχε εστιάσει στην τρομοκρατία. Αντιπροσώπευε μια
μορφή πολεμοκουρασμένου απομονωτισμού, όπου οι υπερφορτωμένες ΗΠΑ ήταν
απρόθυμες να προκαλέσουν περισσότερες αλλαγές που δεν μπορούσαν να ελέγξουν. Ο
Ομπάμα κατέληξε να χρηματοδοτήσει και να εξοπλίσει την συριακή αντιπολίτευση
τόσο αδύναμα που εξολοθρεύθηκε και όταν οι ακραίοι ενώθηκαν με τους ριζοσπάστες
από την παρατεταμένη ανταρσία του Ιράκ κατά της αμερικανικής κατοχής,
μεταστάθηκε σε ΙSIS. Αυτό ήταν το χειρότερο δυνατό αποτέλεσμα.
Οι πρόσφατες
εξελίξεις μπορεί να αποδειχθούν ως η ταχεία και σοβαρή αλλαγή που χρειαζόταν η
Συρία για να σταθεροποιηθεί, μια ανατροπή που αφήνει την κοινωνία πιο ομαλή. Τα
τελευταία 13 χρόνια της Συρίας ήταν τόσο φρικτά αυτό ακριβώς τις αξίζει.
Βέβαια, έχει αποδειχτεί πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η ειρήνη και πόσο βαθύς
μπορεί να είναι ο πόνος της.
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
0 Σχόλια