«Αν θεωρούμε ότι αυτή η κρίση ήταν μόνο δημοσιονομική ή χρηματοπιστωτική, αν πιστεύουμε ότι οι θεσμοί λειτουργούν ομαλά, τότε δεν έχουμε να αλλάξουμε τίποτε. Αν συμβαίνει το αντίθετο, πρέπει να μιλήσουμε ανοικτά για αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Επομένως, νομίζω ότι η απάντηση κρύβεται σε ένα άλλο ερώτημα: «τι Σύνταγμα θέλουμε;».
Αν επιδιώκουμε την ενίσχυση του πολιτικού μας συστήματος, τη θωράκιση των θεσμών μας για το μέλλον, αν αποζητούμε την εμβάθυνση της δημοκρατίας μας, τότε ναι, δεν πρέπει να φοβηθούμε να ανοίξουμε το κεφάλαιο «συνταγματική αναθεώρηση» επισήμανε σε συνέντευξη που έδωσε στην «ΔΕΣΜΕΥΣΗ» ο Δημήτριος Σωτ. Μάντζος σύμβουλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επί νομικών και συνταγματικών ζητημάτων και μέλος της Επιτροπής Θέσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ.
ΕΡ. Γιατί πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμα;
Απ. Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος δεν είναι νέα. Ούτε, ασφαλώς, προέκυψε με αφορμή τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού και την παράτυπη διαδικασία των «λαϊκών συντακτικών συνελεύσεων». Η βαθιά κρίση συνέβαλε ώστε να έρθουν στην επιφάνεια σοβαρές θεσμικές δυσλειτουργίες και ανισορροπίες. Οι πολιτειακοί θεσμοί ευτελίσθηκαν, τα ανθρώπινα δικαιώματα αμφισβητήθηκαν, η κρίση έγινε βαθιά θεσμική. Θα ρωτήσετε, φταίει το Σύνταγμα για την κρίση; Φυσικά και όχι! Η κρίση, όμως, πράγματι, έκανε πιο αισθητή την ανάγκη για ένα πιο στέρεο, ισχυρό πλαίσιο συνταγματικής νομιμότητας. Ο Καθηγητής Ξενοφών Κοντιάδης έγραψε πριν λίγους μήνες ένα εξαιρετικό βιβλίο για την ανάγκη δημιουργίας ενός ανθεκτικού Συντάγματος, με το βλέμμα στο μέλλον. Έχουμε, όντως, ανάγκη από ένα στιβαρό συνταγματικό κείμενο με λειτουργικές διατάξεις που θα «αντέξει» σε μελλοντικές κρίσεις. Άρα η απάντηση στο ερώτημά σας οφείλει να είναι θετική. Ναι, πρέπει να μιλήσουμε για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Αλλά πρέπει να το κάνουμε με τρόπο συγκροτημένο και ψύχραιμο, με υπευθυνότητα και επίγνωση της συγκυρίας. Όχι ως show για εσωτερική κατανάλωση, ούτε με φαντασιώσεις και απωθημένα.
Ερ. Πόσο βαθιά πρέπει να φτάσει η αναθεώρηση; Θα αγγίξει ακόμη και βασικές συνταγματικές διατάξεις;
Απ. Φυσικά δεν πρέπει και δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση για την τροποποίηση θεμελιωδών ή βασικών διατάξεων του Συντάγματος. Η επόμενη αναθεώρηση οφείλει να είναι στοχευμένη και να επιφέρει εκείνες τις βελτιώσεις που είναι πραγματικά αναγκαίες για την ενίσχυση του πολιτικού συστήματος και των θεσμών. Είναι, πράγματι, πολύ «εμπορικό» για κάποιους να μιλούν για βαθιές «τομές», με κενά κι ανιστόρητα συνθήματα όπως η «Νέα Μεταπολίτευση». Το Σύνταγμα, όμως, δεν προσφέρεται για τέτοιου είδους και τέτοιας επικινδυνότητας επικοινωνιακούς πειραματισμούς.
Ερ. Ποια άρθρα θεωρεί η Δημοκρατική Συμπαράταξη ότι πρέπει να αναθεωρηθούν και γιατί;
Απ. Εδώ και ένα χρόνο, η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει διατυπώσει ένα σύνολο προτάσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση. Για ένα αξιόπιστο, διαφανές πολιτικό σύστημα. Προσεγγίσαμε το θεσμικό μας οικοδόμημα ολιστικά, σφαιρικά, όχι αποσπασματικά. Γι’ αυτό και όλες οι προτάσεις μας για τη συνταγματική αναθεώρηση εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων στο Κράτος, τη Βουλή, τη Δικαιοσύνη, τις Ανεξάρτητες Αρχές. Εμείς, δηλαδή, σε αντίθεση με πολλούς, δεν θέλουμε μια «αναθεώρηση για την αναθεώρηση», δεν επιδιώκουμε άλλα «μερεμέτια» πάνω στο Σύνταγμα, όπως άλλωστε έγινε, με ευθύνη της ΝΔ στην τελευταία, «χαμένη» αναθεώρηση του 2008. Αυτή τη φορά πρέπει να γίνουν τα αναγκαία βήματα για την αναβάθμιση των θεσμών. Πρώτα και κύρια της Βουλής, που πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα λειτουργεί απρόσκοπτα. Να κόψουμε τον «ομφάλιο λώρο» ανάμεσα στη διάρκεια του βίου της Βουλής και στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Γενικά, να αυστηροποιήσουμε τις προϋποθέσεις και τις περιπτώσεις διάλυσης της Βουλής, για να μην πέφτει η τελευταία «θύμα» του κομματικού ανταγωνισμού. Μπορούμε να συζητήσουμε για μια συγκρατημένη και ορθολογική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο του ρυθμιστικού του ρόλου, για την εξισορρόπηση -αλλά όχι κατάργηση- του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου του πολιτεύματος. Θα μπορούσαμε λ.χ. να διευκολύνουμε τη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, που τόσο κρίσιμη σημασία έχει σήμερα, σε μια εποχή αναζήτησης συναινέσεων. Γιατί όχι, να ανοίξουμε το κεφάλαιο «ποινική ευθύνη υπουργών», όχι με τον αφοριστικό-ισοπεδωτικό τρόπο που προτείνει η κυβέρνηση, αλλά με συναίσθηση της πραγματικότητας και της ανάγκης απλοποίησης των διαδικασιών. Να εξασφαλίσουμε τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων. Να μιλήσουμε -επιτέλους- ανοικτά και χωρίς ταμπού για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, όχι πλέον από την Κυβέρνηση, αλλά από την ίδια τη Βουλή. Να προχωρήσουμε στη συνταγματική αναγνώριση κρίσιμων ανεξάρτητων αρχών, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Έχουμε πολλά να πούμε κι ακόμη περισσότερα να προτείνουμε. Προτάσεις ρεαλιστικές, αναγκαίες, εφαρμόσιμες.
Ερ. Τελικά, πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμα το δεδομένο χρονικό διάστημα;
Απ. Αυτό είναι, πράγματι, ένα πολύ σοβαρό ερώτημα. Γνωρίζω καλά τους λόγους για τους οποίους πολλοί ανησυχούν για μια αναθεώρηση στην τρέχουσα συγκυρία. Και είναι όντως εύλογοι: πολιτική αστάθεια, ενίσχυση αντιδημοκρατικών ιδεών, διεθνής αβεβαιότητα. Το Σύνταγμα, όμως, δεν είναι προϊόν εργαστηρίου ούτε θεωρητική άσκηση. Δεν προϋποθέτει ιδανικές συνθήκες. Αποτυπώνει τον παλμό μιας Κοινωνίας και οργανώνει την Πολιτεία πάνω στις ανάγκες και τη συλλογική βούληση των πολιτών, σε ένα δεδομένο χρονικό πλαίσιο. Αν θεωρούμε ότι αυτή η κρίση ήταν μόνο δημοσιονομική ή χρηματοπιστωτική, αν πιστεύουμε ότι οι θεσμοί λειτουργούν ομαλά, τότε δεν έχουμε να αλλάξουμε τίποτε. Αν συμβαίνει το αντίθετο, πρέπει να μιλήσουμε ανοικτά για αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Επομένως, νομίζω ότι η απάντηση κρύβεται σε ένα άλλο ερώτημα: «τι Σύνταγμα θέλουμε;». Αν επιδιώκουμε την ενίσχυση του πολιτικού μας συστήματος, τη θωράκιση των θεσμών μας για το μέλλον, αν αποζητούμε την εμβάθυνση της δημοκρατίας μας, τότε ναι, δεν πρέπει να φοβηθούμε να ανοίξουμε το κεφάλαιο «συνταγματική αναθεώρηση». Τελικά, δεν πρέπει να βλέπουμε τη συνταγματική αναθεώρηση ούτε ως ταμπού ούτε ως φόβητρο, αλλά -αντίθετα- ως ένα ιστορικά αναγκαίο διάβημα για ένα πιο συναινετικό, πιο διαφανές, πραγματικά δημοκρατικό πολιτικό σύστημα.
ΒιογραφικόΟ Δημήτριος Σωτ. Μάντζος είναι δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, υποψήφιος διδάκτωρ Νομικής και διαπιστευμένος διαμεσολαβητής και είναι γεννημένος στην Πάτρα το 1982.
Είναι κάτοχος πτυχίου Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μεταπτυχιακού τίτλου στο εμπορικό δίκαιο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από το 2015 είναι σύμβουλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επί νομικών και συνταγματικών ζητημάτων και μέλος της Επιτροπής Θέσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ.
Το διάστημα 2011-2015 απασχολήθηκε ως ειδικός συνεργάτης του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχοντας ενεργό εμπλοκή στο νομοπαρασκευαστικό έργο. Από το 2014 είναι μέλος της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών ΥΔΔΑΔ.
Μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, διαπιστεύθηκε ως διαμεσολαβητής από το Υπουργείο Δικαιοσύνης το 2014.
πηγη
ΣΠΙΤΙ ΚΗΠΟΣ
Αν επιδιώκουμε την ενίσχυση του πολιτικού μας συστήματος, τη θωράκιση των θεσμών μας για το μέλλον, αν αποζητούμε την εμβάθυνση της δημοκρατίας μας, τότε ναι, δεν πρέπει να φοβηθούμε να ανοίξουμε το κεφάλαιο «συνταγματική αναθεώρηση» επισήμανε σε συνέντευξη που έδωσε στην «ΔΕΣΜΕΥΣΗ» ο Δημήτριος Σωτ. Μάντζος σύμβουλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επί νομικών και συνταγματικών ζητημάτων και μέλος της Επιτροπής Θέσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ.
ΕΡ. Γιατί πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμα;
Απ. Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος δεν είναι νέα. Ούτε, ασφαλώς, προέκυψε με αφορμή τις πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού και την παράτυπη διαδικασία των «λαϊκών συντακτικών συνελεύσεων». Η βαθιά κρίση συνέβαλε ώστε να έρθουν στην επιφάνεια σοβαρές θεσμικές δυσλειτουργίες και ανισορροπίες. Οι πολιτειακοί θεσμοί ευτελίσθηκαν, τα ανθρώπινα δικαιώματα αμφισβητήθηκαν, η κρίση έγινε βαθιά θεσμική. Θα ρωτήσετε, φταίει το Σύνταγμα για την κρίση; Φυσικά και όχι! Η κρίση, όμως, πράγματι, έκανε πιο αισθητή την ανάγκη για ένα πιο στέρεο, ισχυρό πλαίσιο συνταγματικής νομιμότητας. Ο Καθηγητής Ξενοφών Κοντιάδης έγραψε πριν λίγους μήνες ένα εξαιρετικό βιβλίο για την ανάγκη δημιουργίας ενός ανθεκτικού Συντάγματος, με το βλέμμα στο μέλλον. Έχουμε, όντως, ανάγκη από ένα στιβαρό συνταγματικό κείμενο με λειτουργικές διατάξεις που θα «αντέξει» σε μελλοντικές κρίσεις. Άρα η απάντηση στο ερώτημά σας οφείλει να είναι θετική. Ναι, πρέπει να μιλήσουμε για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Αλλά πρέπει να το κάνουμε με τρόπο συγκροτημένο και ψύχραιμο, με υπευθυνότητα και επίγνωση της συγκυρίας. Όχι ως show για εσωτερική κατανάλωση, ούτε με φαντασιώσεις και απωθημένα.
Ερ. Πόσο βαθιά πρέπει να φτάσει η αναθεώρηση; Θα αγγίξει ακόμη και βασικές συνταγματικές διατάξεις;
Απ. Φυσικά δεν πρέπει και δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση για την τροποποίηση θεμελιωδών ή βασικών διατάξεων του Συντάγματος. Η επόμενη αναθεώρηση οφείλει να είναι στοχευμένη και να επιφέρει εκείνες τις βελτιώσεις που είναι πραγματικά αναγκαίες για την ενίσχυση του πολιτικού συστήματος και των θεσμών. Είναι, πράγματι, πολύ «εμπορικό» για κάποιους να μιλούν για βαθιές «τομές», με κενά κι ανιστόρητα συνθήματα όπως η «Νέα Μεταπολίτευση». Το Σύνταγμα, όμως, δεν προσφέρεται για τέτοιου είδους και τέτοιας επικινδυνότητας επικοινωνιακούς πειραματισμούς.
Ερ. Ποια άρθρα θεωρεί η Δημοκρατική Συμπαράταξη ότι πρέπει να αναθεωρηθούν και γιατί;
Απ. Εδώ και ένα χρόνο, η Δημοκρατική Συμπαράταξη έχει διατυπώσει ένα σύνολο προτάσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση. Για ένα αξιόπιστο, διαφανές πολιτικό σύστημα. Προσεγγίσαμε το θεσμικό μας οικοδόμημα ολιστικά, σφαιρικά, όχι αποσπασματικά. Γι’ αυτό και όλες οι προτάσεις μας για τη συνταγματική αναθεώρηση εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μεταρρυθμίσεων στο Κράτος, τη Βουλή, τη Δικαιοσύνη, τις Ανεξάρτητες Αρχές. Εμείς, δηλαδή, σε αντίθεση με πολλούς, δεν θέλουμε μια «αναθεώρηση για την αναθεώρηση», δεν επιδιώκουμε άλλα «μερεμέτια» πάνω στο Σύνταγμα, όπως άλλωστε έγινε, με ευθύνη της ΝΔ στην τελευταία, «χαμένη» αναθεώρηση του 2008. Αυτή τη φορά πρέπει να γίνουν τα αναγκαία βήματα για την αναβάθμιση των θεσμών. Πρώτα και κύρια της Βουλής, που πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα λειτουργεί απρόσκοπτα. Να κόψουμε τον «ομφάλιο λώρο» ανάμεσα στη διάρκεια του βίου της Βουλής και στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Γενικά, να αυστηροποιήσουμε τις προϋποθέσεις και τις περιπτώσεις διάλυσης της Βουλής, για να μην πέφτει η τελευταία «θύμα» του κομματικού ανταγωνισμού. Μπορούμε να συζητήσουμε για μια συγκρατημένη και ορθολογική ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο πλαίσιο του ρυθμιστικού του ρόλου, για την εξισορρόπηση -αλλά όχι κατάργηση- του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου του πολιτεύματος. Θα μπορούσαμε λ.χ. να διευκολύνουμε τη σύγκληση του συμβουλίου πολιτικών αρχηγών, που τόσο κρίσιμη σημασία έχει σήμερα, σε μια εποχή αναζήτησης συναινέσεων. Γιατί όχι, να ανοίξουμε το κεφάλαιο «ποινική ευθύνη υπουργών», όχι με τον αφοριστικό-ισοπεδωτικό τρόπο που προτείνει η κυβέρνηση, αλλά με συναίσθηση της πραγματικότητας και της ανάγκης απλοποίησης των διαδικασιών. Να εξασφαλίσουμε τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων. Να μιλήσουμε -επιτέλους- ανοικτά και χωρίς ταμπού για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, όχι πλέον από την Κυβέρνηση, αλλά από την ίδια τη Βουλή. Να προχωρήσουμε στη συνταγματική αναγνώριση κρίσιμων ανεξάρτητων αρχών, όπως η Επιτροπή Ανταγωνισμού. Έχουμε πολλά να πούμε κι ακόμη περισσότερα να προτείνουμε. Προτάσεις ρεαλιστικές, αναγκαίες, εφαρμόσιμες.
Ερ. Τελικά, πρέπει να αλλάξει το Σύνταγμα το δεδομένο χρονικό διάστημα;
Απ. Αυτό είναι, πράγματι, ένα πολύ σοβαρό ερώτημα. Γνωρίζω καλά τους λόγους για τους οποίους πολλοί ανησυχούν για μια αναθεώρηση στην τρέχουσα συγκυρία. Και είναι όντως εύλογοι: πολιτική αστάθεια, ενίσχυση αντιδημοκρατικών ιδεών, διεθνής αβεβαιότητα. Το Σύνταγμα, όμως, δεν είναι προϊόν εργαστηρίου ούτε θεωρητική άσκηση. Δεν προϋποθέτει ιδανικές συνθήκες. Αποτυπώνει τον παλμό μιας Κοινωνίας και οργανώνει την Πολιτεία πάνω στις ανάγκες και τη συλλογική βούληση των πολιτών, σε ένα δεδομένο χρονικό πλαίσιο. Αν θεωρούμε ότι αυτή η κρίση ήταν μόνο δημοσιονομική ή χρηματοπιστωτική, αν πιστεύουμε ότι οι θεσμοί λειτουργούν ομαλά, τότε δεν έχουμε να αλλάξουμε τίποτε. Αν συμβαίνει το αντίθετο, πρέπει να μιλήσουμε ανοικτά για αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Επομένως, νομίζω ότι η απάντηση κρύβεται σε ένα άλλο ερώτημα: «τι Σύνταγμα θέλουμε;». Αν επιδιώκουμε την ενίσχυση του πολιτικού μας συστήματος, τη θωράκιση των θεσμών μας για το μέλλον, αν αποζητούμε την εμβάθυνση της δημοκρατίας μας, τότε ναι, δεν πρέπει να φοβηθούμε να ανοίξουμε το κεφάλαιο «συνταγματική αναθεώρηση». Τελικά, δεν πρέπει να βλέπουμε τη συνταγματική αναθεώρηση ούτε ως ταμπού ούτε ως φόβητρο, αλλά -αντίθετα- ως ένα ιστορικά αναγκαίο διάβημα για ένα πιο συναινετικό, πιο διαφανές, πραγματικά δημοκρατικό πολιτικό σύστημα.
ΒιογραφικόΟ Δημήτριος Σωτ. Μάντζος είναι δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, υποψήφιος διδάκτωρ Νομικής και διαπιστευμένος διαμεσολαβητής και είναι γεννημένος στην Πάτρα το 1982.
Είναι κάτοχος πτυχίου Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μεταπτυχιακού τίτλου στο εμπορικό δίκαιο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από το 2015 είναι σύμβουλος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης επί νομικών και συνταγματικών ζητημάτων και μέλος της Επιτροπής Θέσεων για τη Θεσμική και Πολιτική Μεταρρύθμιση του ΠΑΣΟΚ.
Το διάστημα 2011-2015 απασχολήθηκε ως ειδικός συνεργάτης του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, έχοντας ενεργό εμπλοκή στο νομοπαρασκευαστικό έργο. Από το 2014 είναι μέλος της Επιτροπής Πιστοποίησης Διαμεσολαβητών ΥΔΔΑΔ.
Μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, διαπιστεύθηκε ως διαμεσολαβητής από το Υπουργείο Δικαιοσύνης το 2014.
πηγη
Γνωρίστε τις επιχειρήσεις της περιοχή σας....... κάντε έξυπνες αγορές
Με ένα κλίκ στις κάρτες τους
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Η ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
ΣΠΙΤΙ ΚΗΠΟΣ
0 Σχόλια